Εγκλίσεις και Παρατατικός
Στην αρχαία ελληνική, οι εγκλίσεις παίζουν σημαντικό ρόλο στην έκφραση διαφόρων τρόπων δράσης. Η υποτακτική και η ευκτική είναι δύο βασικές εγκλίσεις που χρησιμοποιούνται συχνά.
Definition: Έγκλιση: Γραμματική κατηγορία του ρήματος που εκφράζει τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται η ενέργεια ή η κατάσταση που δηλώνει το ρήμα.
Η υποτακτική του ενεστώτα για το ρήμα λύω στην ενεργητική φωνή σχηματίζεται ως εξής: λύω, λύης, λύη, λύωμεν, λύητε, λύωσι. Στη μέση/παθητική φωνή: λύωμαι, λύησαι, λύηται, λυώμεθα, λύησθε, λύωνται.
Η ευκτική του ενεστώτα για το ίδιο ρήμα στην ενεργητική φωνή είναι: λύοιμι, λύοις, λύοι, λύοιμεν, λύοιτε, λύοιεν. Στη μέση/παθητική φωνή: λυοίμην, λύοιο, λύοιτο, λυοίμεθα, λύοισθε, λύοιντο.
Highlight: Η υποτακτική και η ευκτική έχουν διαφορετικές καταλήξεις από την οριστική, αντανακλώντας τις διαφορετικές λειτουργίες τους στη γλώσσα.
Ο παρατατικός είναι ένας ιστορικός χρόνος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει συνεχείς ή επαναλαμβανόμενες ενέργειες στο παρελθόν. Ένα βασικό χαρακτηριστικό του παρατατικού είναι η χρήση της αύξησης, η οποία εμφανίζεται μόνο στην οριστική έγκλιση.
Vocabulary: Αύξηση: Η προσθήκη ενός ε- στην αρχή του ρήματος ή η επιμήκυνση του αρχικού φωνήεντος για το σχηματισμό παρελθοντικών χρόνων.
Η αύξηση μπορεί να είναι συλλαβική προσθηˊκηε−σερηˊματαπουαρχιˊζουναποˊσυˊμφωνο ή χρονική επιμηˊκυνσητουαρχικουˊφωνηˊεντοςσερηˊματαπουαρχιˊζουναποˊφωνηˊεν.
Example: Παρατατικός του ρήματος λύω: ἔλυον, ἔλυες, ἔλυε, ἐλύομεν, ἐλύετε, ἔλυον.